GR

ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗ

Χανιά, σήμερα
Στην Ιερά Μονή της Παναγιάς Ακρωτηριανής ο συντηρητής έργων τέχνης Σταύρος Βεγράκης ανακαλύπτει μια αριστουργηματική και συνάμα «βλάσφημη» εικόνα, που κανείς δεν θα περίμενε να βρίσκεται σ’ ένα μοναστήρι. Ποιος είναι, άραγε, ο άγνωστος δημιουργός της, του οποίου την τέχνη χαρακτηρίζει ένας γνήσιος και απαράμιλλος ρεαλισμός, και κυρίως πώς έφτασε να ακολουθήσει μια τόσο τολμηρή τεχνική στις αγιογραφίες του;
Σε ένα ταξίδι του στη Σμύρνη ο Βεγράκης θα βρει την άκρη της ιστορίας σε ένα εντελώς απρόσμενο μέρος. Επιστρέφοντας στα Χανιά, θα του αποκαλυφθεί μια τραγική ιστορία, βαθιά θαμμένη στη μνήμη της πόλης.

Χανιά, 1900-1922
Μια μάνα ψαλιδίζει με άκαρδο πείσμα τις φτερούγες που πάνε να φυτρώσουν στις πλάτες του παιδιού της. Ξεφεύγοντας για λίγο από το υγρό υπόγειο, τη φυλακή του, ο Ιωάννης, ένας «ατελής» άνθρωπος, πασχίζει να φτάσει στην τελειότητα. Ο νεαρός ζωγράφος τολμά το αδιανόητο, αδιαφορώντας για το τίμημα. Βλασφημία ή ωδή στον έρωτα είναι η δημιουργία του; Ποιος, όμως, μπορεί να κρίνει την τέχνη που πηγάζει από την αλήθεια της ψυχής;
Στη δίνη της ανασφάλειας και των τραγικών ιστορικών γεγονότων, δύο νέα παιδιά δεν διστάζουν να ερωτευτούν μέχρις εσχάτων. Έναν αιώ­να μετά, η αγάπη, η ανθρώπινη αναλγησία και το φοβερό τέλος είναι αδύνατο να ξεχαστούν…

Ο Σπύρος Πετρουλάκης δεν είναι μόνο ένας από τους πιο πολυδιαβασμένους σύγχρονους Έλληνες συγγραφείς, αλλά έχει επίσης καταφέρει κάθε νέο του βιβλίο να συζητιέται έντονα ήδη πριν από την κυκλοφορία του!

Στο νέο του κοινωνικό μυθιστόρημα με τίτλο Κατά Ιωάννη, με αφετηρία την ανακάλυψη μιας «βλάσφημης» αγιογραφίας ξετυλίγεται η ιστορία του Ιωάννη, ενός «ατελούς» ανθρώπου που πασχίζει να φτάσει στην τελειότητα και τολμά το αδιανόητο…

Το ένατο μυθιστόρημα του Σ. Πετρουλάκη κινείται στη γνώριμη φόρμα γραφής του συγγραφέα, με σταθερό σημείο αναφοράς τα Χανιά, παίζοντας με τον χρόνο αφήγησης, από το 1900 στο σήμερα και το αντίστροφο. Το ύφος της γραφής του έχει κερδίσει από την πρώτη στιγμή κοινό και κριτικούς, αλλά δεν είναι το μόνο. Οι ιστορίες του συγγραφέα θίγουν ευαίσθητα κοινωνικά ζητήματα, ενώ πολλές από αυτές εμπεριέχουν αληθινά στοιχεία και είναι αποτέλεσμα μακροχρόνιων μελετών. Το ίδιο συμβαίνει και με το Κατά Ιωάννη. Πρόκειται για μια άρτια στοιχειοθετημένη ιστορία, που θα μιλήσει στις καρδιές των αναγνωστών.

Διαβάστε ένα απόσπασμα από το βιβλίο Κατά Ιωάννη του Σπύρου Πετρουλάκη (εκδ. Μίνωας).

Χανιά 1900

Με γοργό βήμα και σκυμμένο κεφάλι, η γυναίκα βάδιζε στο πέτρινο καλντερίμι, κρατώντας σφιχτά στο στήθος της έναν μικρό μπόγο.

«Στου γιατρού. Θα τον επάω στου γιατρού…» μουρμούριζε και η φωνή της έβγαινε σαν κλάμα, σαν μοιρολόι, κάνοντας όσους την απαντούσαν να αποτραβιούνται σχεδόν τρομαγμένοι. Μαύρο μαντίλι, μαύρα ρούχα και καρδιά μαύρη, σάμπως κουβαλούσε κάποιο βαρύ πένθος. Στέναξε βιαστικά να βγάλει μέχρι και την ανάσα της στανικώς από τα στήθια. Κάποια στιγμή έστριψε και μπήκε στον μεγάλο εμπορικό δρόμο, την οδό Ποτιέ. Δεν είχε πάει εκεί για να αγοράσει ή να πουλήσει την πραμάτεια της. Δυο βήματα πιο πέρα σταμάτησε μπροστά σε μια ξύλινη πόρτα. Για λίγο δίστασε μπροστά στη σιδερένια λεοντοκεφαλή του ρόπτρου. Κοίταξε τον μπόγο της, πήρε μια ανάσα και χτύπησε. Κάτι ανασάλεψε στα πανιά μα και στην καρδιά της. Της άνοιξε μια νέα κοπέλα, που την αντίκρισε ξαφνιασμένη.

«Πού είναι ο γιατρός;» τη ρώτησε η γυναίκα βλοσυρά.

Η φωνή της ήταν βαθιά και καθαρή.

«Μέσα» απάντησε εκείνη, κοιτάζοντας μια τον μπόγο και μια τα φλογισμένα μάτια της επισκέπτριας. «Μέσα είναι, μα δεν μπορεί τώρα…» πήγε να της εξηγήσει. Ωστόσο, η γυναίκα δεν έδειχνε να την ακούει. Την παρέκαμψε και χώθηκε στο περιαύλιο.

«Γιατρέ, γιατρέ!» φώναξε δυνατά κοιτάζοντας ανυπόμονα γύρω της.

Αναστατωμένη η κοπέλα προσπάθησε να τη σταματήσει, αλλά στο μεταξύ στην πόρτα του σπιτιού εμφανίστηκε ένας άντρας. Ήταν ψηλόλιγνος, με περιποιημένο λεπτό μουστάκι, που οι άκρες του ήταν ελαφρώς ανασηκωμένες.

«Έλα, Τριανταφυλλένια. Τι ζητάς;» τη ρώτησε καχύποπτα ο άντρας, επιβάλλοντας με τον τρόπο του μια απρόσμενη σιγή στη φροντισμένη αυλή.

Δίχως να απαντήσει εκείνη, ακούμπησε τον μπόγο της στο ξύλινο σκαλοπάτι που οδηγούσε στον επάνω όροφο, όπου ήταν το σπίτι του γιατρού. Ξετύλιξε με βιάση τα πανιά κι έβγαλε από μέσα ένα γυμνό αγοράκι, που θα ’ταν δεν θα ’ταν έξι μηνών. Σαστισμένο αυτό, περιέφερε τα μάτια του τριγύρω δίχως να κλαίει και τέλος το βλέμμα του στάθηκε στο πιο οικείο του πρόσωπο, αυτό που είχε μάθει να εμπιστεύεται: τη μάνα του.

Η κοπέλα που είχε ανοίξει την πόρτα, μόλις αντίκρισε το βρέφος, πισωπάτησε και το πρόσωπό της πήρε μια έκφραση αποστροφής. Το δεξί χέρι του παιδιού ήταν ατροφικό κι έφτανε ίσαμε τον αγκώνα. Μισό και πληγιασμένο. Στην άκρη της σάρκας ξεχώριζαν κάποιες μικρές προεξοχές, που έμοιαζαν με δάχτυλα. Ένας ακάνθινος ήλιος θαρρείς, που όμως δεν έλεγε να ξεπροβάλει. Πύον και αίμα ξεραμένα συμπλήρωναν τη φρικτή εικόνα μέσα στα λευκά μωροπάνια. Η Τριανταφυλλένια έδιωξε μερικές κρεατόμυγες, που δελεασμένες από τη σάπια σάρκα εφόρμησαν κατά το μωρό, κι έπιασε το δεξί χέρι του γιου της. «Κόψ’ του το» είπε αποφασιστικά.

Ο γιατρός κατάπιε με δυσκολία το σάλιο του πριν της απαντήσει, αποβάλλοντας μεμιάς το σιδηρούν προσωπείο του: «Δεν μπορεί να γίνει έτσι, καλή μου. Το παιδί είναι ακόμη μικρό και…».

«Κόψ’ του το ίδια εδά,* για αν δεν το κάμεις, θα του το κόψω εγώ με τα δόντια» είπε εκείνη αγριεμένη. Τα μάτια της γυάλιζαν. Όχι, δεν ήταν έτοιμη να κλάψει. Ήταν έτοιμη για όλα.

Ο γιατρός προσπάθησε και πάλι να την καλμάρει, να κερδίσει λίγο χρόνο. «Τριανταφυλλένια, άσε να περάσει λίγος καιρός, να μεγαλώσει το κοπέλι πρώτα, για να αντέξει και το χειρουργείο. Δεν νομίζω ότι θα τα καταφέρει…»

«Γιατρέ, έτσι κι αλλιώς δε θα τα καταφέρει. Γιάε** επαέ…» συνέχισε εκείνη κι έπιασε το σάπιο μέλος του αγοριού, που ούρλιαξε από τον άξαφνο πόνο που του προκάλεσε η μητέρα του. Έπειτα έφερε τα δάχτυλά της, που ήταν γεμάτα από το κιτρινοκόκκινο υγρό, μπροστά στο πρόσωπο του γιατρού. «Τώρα!» τον διέταξε, δίχως να κατεβάσει ούτε στιγμή τα μάτια της.

Δείχνοντας κάποιο δισταγμό, ο άντρας έσκυψε και πήρε το βρέφος από το σκαλοπάτι. «Θα δω τι μπορώ να κάνω, μα δεν σου τάζω…»
«Μη μου τάξεις πράμα» απάντησε εκείνη και τον ακολούθησε καταπόδας.

Ο γιατρός άφησε το αγοράκι σε ένα μεταλλικό τραπέζι και ακούμπησε το δάχτυλό του λίγο πιο κάτω από τον δεξιό ώμο του παιδιού, εκεί ακριβώς όπου ξεκινούσε το ατροφικό του μπράτσο. «Εδώ πρέπει να κοπεί» είπε στην Τριανταφυλλένια.

«Ας κοπεί, λοιπόν» απάντησε στεγνά εκείνη.

* Ίδια εδά: αμέσως τώρα.
** Γιάε: Κοίτα, δες.

ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗ

  • Barcode 9786180220230
  • Συγγραφέας ΠΕΤΡΟΥΛΑΚΗΣ, ΣΠΥΡΟΣ
  • Εκδότης/Κατασκευαστής ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΜΙΝΩΑΣ
  • Ημ. Α έκδοσης 4/4/2022
  • Αρ.Σελ. 496
  • Ηλικία 18-99
  • ISBN 978-618-02-2023-0

Παράδοση 1 έως 3 εργάσιμες ημέρες, εφόσον δεν είναι εξαντλημένο από τον εκδότη/κατασκευαστή

Η διαθεσιμότητα είναι ενδεικτική και μεταβάλλεται συνεχώς

ΑΡΧΙΚΗ ΤΙΜΗ 18,80€

ΤΙΜΗ ESHOP 12,60€

κερδίζετε 6,20 €

-33%

Προσθήκη στο καλάθι Στη Wishlist